Οι σχέσεις του Καβάφη με καλλιτεχνικούς κύκλους του ελλαδικού χώρου
Μία ακόμη συνιστώσα της γνωριμίας του ελλαδικού κοινού με τον Καβάφη διαμορφώνεται μέσα από την επικοινωνία του ποιητή με πνευματικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους, κυρίως της Αθήνας. Όπως φαίνεται στο παρακάτω τεκμήριο – χειρόγραφος κατάλογος διανομής τεύχους με ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη – με τίτλο «Τεύχος του 1910», GR-OF CA CA-SF01-S01-F03-SF002-0002 (51), https://cavafy.onassis.org/el/object/1910/, ο ποιητής στέλνει ποιήματά του σε γνωστούς συγγραφείς της περιόδου, όπως στον Νίκο και τη Γαλάτεια Καζαντζάκη, τον Παύλο Νιρβάνα, τον Ίωνα Δραγούμη κ.ά.
Πληροφορίες για την επικοινωνία του Καβάφη με συγγραφείς στην Ελλάδα λαμβάνουμε και μέσω της επιστολογραφίας του. Στο αρχείο, π.χ., σώζονται επιστολές του Καβάφη προς τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, τον Τέλλο Άγρα, τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο κ.ά.
Όπως είδαμε και νωρίτερα, ο Γ. Ξενόπουλος είναι ένας από τους πρώτους Αθηναίους συγγραφείς που γράφουν επαινετικά για τον Καβάφη. Mπορείτε να δείτε το κείμενό του, «Ένας ποιητής» (Παναθήναια, τόμ. 7, τχ. 76, 30 Νοεμβρίου 1903, 97-102), στην Ψηφιακή Συλλογή του Τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ: https://www.lit.auth.gr/panathinaia/panathin_issue76_30NOE1903.pdf.
«Σύμφωνα με το αγγλόγλωσσο ημερολόγιο που ο Καβάφης εκράτησε κατά το πρώτο ταξίδι του στην Ελλάδα, οι δύο άνδρες εγνωρίστηκαν, τυχαία, στις 2/15 Ιουλίου 1901. (Ο Καβάφης ήταν 38 ετών, ο Ξενόπουλος 34, αμφότεροι με πατρικήν εμπορικήν εμπειρία, και με μητρική ρίζα στην Πόλη). Η συνάντησή τους έγινε στα γραφεία του νέου περιοδικού Παναθήναια (Αριστοτέλους 35), όπου ο Καβάφης είχε πάει, ως επίδοξος συνεργάτης, να γνωρίσει τον ιδιοκτήτη και διευθυντή, Κίμωνα Μιχαηλίδη.»1
Όπως σημειώνει ο Δ. Δασκαλόπουλος, το άρθρο του Ξενόπουλου για τον Καβάφη δεν περιλαμβάνει ουσιαστικές απόψεις και κρίσεις για το έργο του. Η απήχησή του σχετίζεται περισσότερο με το κύρος του συντάκτη του. «Η αξία του άρθρου του Ξενόπουλου δεν έγκειται, επομένως, στις αναλύσεις και τις παρατηρήσεις του πάνω στα συγκεκριμένα καβαφικά ποιήματα: το κείμενο αποκτά βαρύτητα από την εποχή κατά την οποία γράφεται και από τον άνθρωπο που το υπογράφει. Ένας έγκυρος και καταξιωμένος λογοτέχνης, όπως ο Ξενόπουλος, ασχολείται με έναν σχεδόν άσημο, αφανή ακόμη ποιητή της ελληνικής περιφέρειας, έναν ποιητή που δεν έχει να επιδείξει συγκροτημένο και εκτενές έργο, δεν έχει εκδώσει καμιά ποιητική συλλογή και είναι ελάχιστα γνωστός τόσο στην Αλεξάνδρεια όσο και στην Αθήνα.» 2 Το άρθρο αυτό θα συστήσει τον Καβάφη στο αθηναϊκό κοινό και, παρότι δε θα προκαλέσει μόνο θετικά σχόλια, θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για την καβαφική κριτική και την πρόσληψη του έργου του Αλεξανδρινού.
Σύμφωνα με τον Αλέξη Ζήρα, η ανάδειξη του Καβάφη από τον Ξενόπουλο θα πρέπει οπωσδήποτε να συσχετιστεί με τη χρήση της δημοτικής από μέρους του Καβάφη και τις εν εξελίξει διαμάχες μεταξύ μετριοπαθών και αδιάλλακτων δημοτικιστών. Όπως σημειώνει ο Ζήρας:
«Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι με “To πρώτο σκαλί” κλείνει ο Ξενόπουλος το άρθρο του, τον Νοέμβριο του 1903· ως προς το “φόβο” του, τώρα, ότι το ποίημα μπορεί να χαρακτηριστεί από ορισμένους ως “μαλλιαρό” ας μη χάνουμε από τα μάτια μας ότι το γλωσσικό είναι από τα κυρίαρχα θέματα σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής. Αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψη μας τις σχετικές, μετριοπαθείς απόψεις του που συχνά αντιπαρατάσσονταν με τις απόψεις του Γ. Ψυχάρη, όπως και τον αξονικό ρόλο που είχε ως προς τις γλωσσικές θέσεις του περ. Παναθήναια, τουλάχιστον, έως το 1910, θα πρέπει να τον υποψιαστούμε ως εμπνευστή της μεγάλης και σημαντικής έρευνας του περ. η οποία πραγματοποιείται το 1903 και την οποία απαντούν οι περισσότεροι “έχοντες γνώμην” της εποχής εκείνης, συμπεριλαμβανομένου και του Ψυχάρη. Άλλωστε, οι αντιψυχαρικές θέσεις των Παναθηναίων θα πρέπει να διασταυρωθούν οπωσδήποτε με τη συχνά διατυπωμένη αντιπαλότητα του περ. προς τον Νουμά, αντιπαλότητα που εκφράζεται με ειρωνικά σχόλια για τις γλωσσικές ακρότητες του περ. του Ταγκόπουλου, δηλωμένου πολέμιου της καβαφικής ποίησης.
Η αναμφισβήτητη λοιπόν “εύνοια Ξ. και Παναθηναίων για την ανορθόδοξη ποίηση του Κ.”, την οποία επισημαίνει ο Γ. Π. Σαββίδης, σχολιάζοντας την αλληλογραφία Καβάφη-Ξενόπουλου, εν μέρει έχει τη βάση της στο γεγονός ότι το έργο του Αλεξανδρινού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τεκμήριο στο οπλοστάσιο των μετρημένων δημοτικιστών απέναντι στους αδιάλλακτους.»3
Στο αρχείο Καβάφη εντοπίζονται επίσης αρκετά δείγματα της επικοινωνίας ανάμεσα στους δύο λογοτέχνες. Ένα τέτοιο τεκμήριο είναι η επιστολή του Ξενόπουλου προς τον Καβάφη, της 26ης Ιανουαρίου 1906, με κωδικό GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F18-SF003-0025 (645), https://cavafy.onassis.org/el/objec/we6a-qa82-9cf2/, στην οποία του ζητά την εγγραφή συνδρομητών για την έκδοση του έργου του, Μαργαρίτα Στέφα και τον ρωτά αν σκοπεύει να έρθει στην Αθήνα για τη Μεσολυμπιάδα του 1906.
Στο αρχείο σώζεται επίσης σχεδίασμα απάντησης του Καβάφη στον Ξενόπουλο, το οποίο μπορεί να χρονολογηθεί με σχετική ασφάλεια στο έτος 1906. Πρόκειται για το τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F17-SF003-0011 (502) https://cavafy.onassis.org/el/object/pyhf-m7bd-324w/. Στο γράμμα αυτό, μεταξύ άλλων, ο Καβάφης απαντά γύρω από το ζήτημα της εύρεσης συνδρομητών και για την κίνηση των ελληνικών βιβλίων στην Αίγυπτο.
«Στην πρώτη τους διά ζώσης συνάντηση θα πρέπει να είχαν θολή εικόνα ο ένας για το λογοτεχνικό έργο του άλλου, με κάποιες δεύτερες σκέψεις. Ο Καβάφης αποκαλεί μεν τον Ξενόπουλο “conteur”, αλλά μάλλον σκέφτεται τον κριτικό. Ενώ ο Ξενόπουλος μπορεί να αναφέρεται στον ποιητή, αλλά έχει περισσότερο στον νου τον Αιγυπτιώτη, που σημαίνει το δίαυλο “προς μία πολυπληθή και φιλόμουσο κοινότητα”. Και βεβαίως, πάντοτε υπεισέρχονται οι αυθόρμητες αντιδράσεις. Ο Καβάφης στο ημερολόγιό του συνοψίζει την πρώτη εντύπωση με τη φράση “A very nice man”. Να σημειώσουμε πως στο ημερολόγιο είναι φειδωλός στους χαρακτηρισμούς προσώπων […] Τις εντυπώσεις του Ξενόπουλου από τη γνωριμία του με τον Καβάφη τις έχουμε μόνο από το πρώτο άρθρο του. Εκεί όμως, με την περιγραφή του προσώπου επιζητά να ελκύσει το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού, πιθανόν και γιατί ως κριτής των ποιημάτων του αισθάνεται ανασφαλής. Τον παρουσιάζει ως κάτι αξιοπερίεργο. Τακτική που ακολουθεί και ο Ε. Μ. Φόρστερ στο πρώτο του άρθρο […]». 4
Αναφορικά με τον Τέλλο Άγρα, σε σχέδιο επιστολής, που χρονολογείται με σχετική ασφάλεια στο 1921, ο Καβάφης εκφράζει στον Άγρα ευχαριστίες και παρατηρήσεις σχετικά με διάλεξη του Άγρα για την καβαφική ποίηση. Πράγματι, στις 30/03/1921, ο Άγρας έδωσε διάλεξη για το έργο του ποιητή, η οποία και γνώρισε μεγάλη επιτυχία, ενώ δημοσιεύτηκε το 1922 στο Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου.5 Μπορείτε να δείτε το σχετικό τεκμήριο, GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F17-SF003-0020 (954), εδώ: https://cavafy.onassis.org/el/object/y9h3-er95-4dxe/.
Αντίστοιχα, σε επιστολή του, στις 21/12/1927, στο τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F18-SF003-0105 (1230), https://cavafy.onassis.org/el/object/r5nx-samp-85f7/, ο Άγρας σχολιάζει εκτενώς το έργο του Καβάφη, ενώ επιχειρηματολογεί και σχετικά με την ειδολογική του κατάταξη.
Στο αρχείο εντοπίζονται επίσης αρκετά τεκμήρια σχετικά με τον Λαπαθιώτη, που πιστοποιούν τη σχέση αμοιβαίας εκτίμησης μεταξύ των δύο ποιητών. Τον Αύγουστο του 1917, ο Λαπαθιώτης γράφει στον Καβάφη για να απολογηθεί που δεν τον επισκέφθηκε ενώ βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια. Πρόκειται για το τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F18-SF003-0038 (654), https://cavafy.onassis.org/el/object/k2sx-t8rg-mnw7/. Αντίστοιχα, σε άλλη επιστολή του 1922, στο τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F18-SF003-0070 (681), https://cavafy.onassis.org/el/object/fwxq-bekz-6hr7, ο Λαπαθιώτης γράφει ξανά στον Καβάφη για να του εκφράσει τον θαυμασμό του και να του ζητήσει τα νεότερα έργα του.
Για τη λογοτεχνική σχέση Λαπαθιώτη και Καβάφη, η Μάρθα Βασιλειάδη σημειώνει τα εξής:
«Όταν στα τέλη του 1916 ο Λαπαθιώτης, ακολουθώντας τον πατέρα του σε μια στρατιωτική αποστολή, βρίσκεται για πρώτη φορά στην Αλεξάνδρεια, συναντά τον ώριμο πια ποιητή 54 χρονών που συνεχίζει ακόμη και τότε να διχάζει σε παρατάξεις τους φιλολογικούς κύκλους των Αθηνών. “Άκρως αισθητική” η συνάντηση αυτή δεν διαψεύδει σε τίποτα τις προσδοκίες του νεαρού εστέτ για το μύθο του Καβάφη, όπως δηλώνει και το σχετικό απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του:
“O ιδιόρρυθμος σε όλα και χαριτωμένος ποιητής, προειδοποιημένος για το γεγονός της επισκέψεώς μας, είχε αναμμένες προς τιμήν μου τις σπανίας τέχνης κρεμαστές δαμασκηνές του λάμπες και μας περίμενε. Λυγερότατος, περιποιητικότατος, με δέχτηκε θερμά και ζωηρά, και καθισμένοι στα ντιβάνια του μικρού χαρακτηριστικού, εντελώς ανατολίτικου, γραφείου-σαλονιού του, κουβεντιάσαμε για όλα τα ζητήματα που μας απασχολούσαν.”
Έκτοτε μεν ο Λαπαθιώτης, αμφιλεγόμενος αλλά και πασίγνωστος θα υπερασπίζει σε κάθε ευκαιρία το έργο του Αλεξανδρινού μέσα από τις σελίδες του Ελεύθερου Βήματος, του Νουμά κ.ά., ο δε Καβάφης διατηρώντας πάντα τις αποστάσεις, όπως ταιριάζει στην ιδιότυπη ιδιοσυγκρασία του, θα επενδύει σ’ αυτήν τη φιλία στέλνοντας αφιερώσεις και ευχαριστήρια σημειώματα […]»6
Ο Σικελιανός εκφράζει επίσης τον θαυμασμό του προς τον Καβάφη, ενώ επικοινωνεί για το ζήτημα αυτό και με τη Ρίκα Σεγκοπούλου. Το τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F18-SF003-0087 (691), https://cavafy.onassis.org/el/object/dxq5-95cw-xy3g/, αποτελεί επιστολή του Σικελιανού στον Καβάφη, του 1925. Ο Σικελιανός βρίσκεται στους Δελφούς και γράφει στον ποιητή για να του εκφράσει τον θαυμασμό του. Αντίστοιχα, το τεκμήριο GR-OF CA SING-S01-F02-SF002-0001 (715), https://cavafy.onassis.org/el/object/rt42-pq8w-wqwx/, είναι επιστολή του Σικελιανού στη Ρίκα Σεγκοπούλου, μέσω της οποίας προαναγγέλλει την άφιξή του στην Αίγυπτο το 1929.

Το τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F18-SF003-0128 (720) αποτελεί επιστολή στην οποία ο Μ. Μαλακάσης εκφράζει τον θαυμασμό του προς τον Καβάφη. Η επιστολή φέρει χρονολογία 1929 και βρίσκεται εδώ: https://cavafy.onassis.org/el/object/x8g6-r2ng-mn3q/. Το όνομα του Μαλακάση εντοπίζεται επίσης σε καταλόγους διανομής ποιημάτων, που συνήθιζε να διατηρεί ο Καβάφης. Μπορείτε να δείτε το όνομα του Μαλακάση στον χειρόγραφο κατάλογο διανομής της Συλλογής 1907-1915, στο τεκμήριο GR-OF CA CA-SF01-S01-F03-SF002-0006 (55), https://cavafy.onassis.org/el/object/1907-1915/, καθώς και στον χειρόγραφο κατάλογο διανομής από το 1916 και εξής, στο τεκμήριο GR-OF CA CA-SF01-S01-F03-SF002-0009 (58), https://cavafy.onassis.org/el/object/1916/, στις Λήψεις 9 και 7 αντίστοιχα.
Για την πρόσληψη και την αξία της ποίησης του Καβάφη, ο Μ. Μαλακάσης σημειώνει τα εξής:
«Δε θυμάμαι τώρα ποιος έδωσε το σύνθημα του συναγερμού· πρώτος, αν δε γελιέμαι, ο Ξενόπουλος. Αυτός ή άλλος, όμως, ο κόσμος ο πνευματικός ξεσηκώθηκε σε μια στιγμή και από τότε ο Καβάφης είναι επισημασμένος.
Από τότε τον μελετούν, τον σχολιάζουν, τον αφήνουν κατά μέρος, εύκολα, τον ψαχουλεύουν με επιμονή, τον ανέχονται, τον συμπαθούν, τον εχθρεύονται, τον αγαπούν, τον θαυμάζουν.
Εκείνο που είναι γεγονός, που δε δέχεται συζήτηση, είναι πως ο ποιητής αυτός είναι ο προσωπικότερος της γενεάς του και ένας από τους πιό προσωπικούς της Νεοελληνικής ποιητικής τέχνης. Και πως ακόμα μέσα στο έργο του υπάρχουν ποιήματα που είναι ασφαλώς από τα καλύτερα που έχει ο σύγχρονος Παρνασσός μας.»7
Τέλος, ο Καβάφης φαίνεται πως αναπτύσσει επικοινωνία με τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο και, μέσω εκείνου, συνεργάζεται με το περιοδικό Μούσα. Συγκεκριμένα, στις 27 Δεκεμβρίου 1921, ο Παναγιωτόπουλος επικοινωνεί με τον Καβάφη ζητώντας του συνεργασία με το περιοδικό. Ο ποιητής θα απαντήσει λίγο αργότερα στον νεαρό τότε Παναγιωτόπουλο, ικανοποιώντας το αίτημά του. Στο τεύχος Μαΐου 1922 του περιοδικού Μούσα, θα δημοσιευτούν τα καβαφικά ποιήματα «Από την σχολήν του περιωνύμου φιλοσόφου» και «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου· ποιητού εν Κομμαγηνή· 595 μ. Χ.».8 Στο αμέσως επόμενο τεύχος θα δημοσιευτεί το ποίημα «Ο Δημάρατος» και τον Αύγουστο τα ποιήματα «Μονοτονία» και “Che fece...il gran rifiuto”. Όπως σημειώνει ο Χ. Λ. Καράογλου, «οι συχνές δημοσιεύσεις της Μούσας συνέβαλαν ουσιαστικά στην προβολή και στη διάδοση της καβαφικής ποίησης στην πνευματική πρωτεύουσα του ελληνισμού».9 Στο αρχείο Κ. Π. Καβάφη σώζεται αντίγραφο επιστολής του ποιητή προς τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο. Πρόκειται για το τεκμήριο GR-OF CA CA-SF02-S01-SS01-F17-SF003-0021 (952), https://cavafy.onassis.org/el/object/2935-ceys-nxks/, με χρονολογία 4/17 Ιουλίου 1922, στο οποίο ο Καβάφης γράφει πως έλαβε τα τεύχη του περιοδικού Μούσα και ευχαριστεί για τη δημοσίευση του ποιήματός του.
1 Γ. Π. Σαββίδης, Κ. Π. Καβάφης και Γρ. Ξενόπουλος. Ανασύνθεση μιας λογοτεχνικής σχέσης (1901-1944), Αθήνα 1994, σ. 13.
2 Δ. Δασκαλόπουλος, «“H ισχνότης του χαρτοφυλακίου”. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος ως κριτικός του Κ. Π. Καβάφη», στο Δ. Δασκαλόπουλος, Κ. Π. Καβάφης. Η ποίηση και η ποιητική του, Αθήνα 2013, σ. 35-36.
3 Α. Ζήρας, «Η “ανάδειξη” του Καβάφη από τον Ξενόπουλο και μερικά συμφραζόμενά της», Νέα Εστία 136/1615 (15 Οκτ. 1994), 1349. Ολόκληρο το άρθρο είναι διαθέσιμο εδώ: www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=165590&code=8168&zoom=800
4 Μ. Θεοδοσοπούλου, «Ο Καβάφης του Ξενόπουλου I», Σχόλια στον Καβάφη, ό. π., σ. 124-126. [1η δημοσίευση: Η Εποχή, 7 Ιουνίου 2014]
5 Τ. Άγρας, «Ο ποιητής Κ.Π. Καβάφης», Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου 10 (1922), σ. 3-46. Βλ. και ανατύπωση, Τέλλος Άγρας, Κριτικά, πρώτος τόμος: Καβάφης – Παλαμάς, φιλ. επιμ. Κ. Στεργιόπουλος, Αθήνα 1980, σ. 31-81.
6 Βλ. Μ. Βασιλειάδη, «Η μυθολογία του προλεταριακού έρωτα στον Λαπαθιώτη και τον Καβάφη», Πόρφυρας 132 (2008), σ. 213. Για το παράθεμα από την αυτοβιογραφία του Λαπαθιώτη βλ. Ν. Λαπαθιώτης, Η ζωή μου. Απόπειρα συνοπτικής αυτοβιογραφίας, φιλ. επιμ. Γιάννης Παπακώστας, Αθήνα 1986, σ. 154.
7 Μ. Μαλακάσης, «Ο ποιητής Καβάφης», Νέα Εστία, τχ. 331, (1949), σ. 1187. Το άρθρο είναι διαθέσιμο εδώ: www.ekebi.gr/magazines/ShowImage.asp?file=68033&code=8816
8 Για την επιστολή του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου και τις πληροφορίες των δημοσιεύσεων βλ. Χ. Λ. Καράογλου, «Ο Κ. Π. Καβάφης και το περιοδικό “Μούσα” (1920-1923)», Δίοδος, τχ. 16 (2019), 128-134.
9 ό. π., σ. 130.