Περιγραφή θέματος
Αντικείμενο
Στο Μάθημα 9 επιχειρείται μια συνοπτική αναφορά στους όρους προβολής και πρόσληψης του καβαφικού έργου στην Ελλάδα, την περίοδο που ο ποιητής βρισκόταν ακόμη στη ζωή. Αξιοποιώντας κατά κύριο λόγο την αλληλογραφία του Καβάφη με άτομα του περιβάλλοντός του, κριτικούς, ομότεχνούς του, αλλά και απλούς αναγνώστες, σκιαγραφούνται τα ποικίλα πνευματικά και λογοτεχνικά δίκτυα με τα οποία ο ίδιος αλληλεπιδρά και μέσω των οποίων καθίσταται γνωστός στον ελλαδικό χώρο. Ανάμεσα στα τεκμήρια του αρχείου, τα οποία διερευνά και παρουσιάζει το εν λόγω μάθημα, βρίσκονται παρωδίες και μιμήσεις του καβαφικού έργου, καθώς και δύο από τις πρώτες μελοποιήσεις καβαφικών ποιημάτων, που δηλώνουν ιδιαίτερες όψεις της πρόσληψης του ποιητή στη διάρκεια της ζωής του.
Κεντρικά ερωτήματα
Στο πλαίσιο του παρόντος μαθήματος, θα μας απασχολήσουν μεταξύ άλλων τα παρακάτω ερωτήματα:
-
Ποιες είναι οι σχέσεις του Καβάφη με ομότεχνούς του στην Ελλάδα;
-
Ποια στάδια διανύει η πρόσληψη του καβαφικού έργου στον ελλαδικό χώρο, στη διάρκεια της ζωής του ποιητή;
-
Πώς μεταπλάθονται τα καβαφικά ποιήματα, μέσω της μελοποίησης, της μίμησης και της παρωδίας στη διάρκεια της ζωής του ποιητή;
-
Ποια δίκτυα συμβάλλουν στην καθιέρωση του ποιητή στην Ελλάδα και μέσα από ποιες πρακτικές καθίσταται εφικτή η καθιέρωση του ποιητή;
-
Εισαγωγή
Στο Μάθημα 9 θα εξεταστούν οι όροι πρόσληψης του καβαφικού έργου στον ελλαδικό χώρο, όπως αποτυπώνονται στο αρχείο Καβάφη, στη διάρκεια της ζωής του ποιητή. Δευτερευόντως και συμπληρωματικά, θα δοθούν πληροφορίες για μεταγενέστερες δράσεις (εκδόσεις, αφιερώματα περιοδικών), που πραγματοποιούνται μετά τον θάνατο του Καβάφη.
Σε πρώτο στάδιο, θα δοθεί έμφαση στην κριτική πρόσληψη του καβαφικού έργου στον ελλαδικό χώρο, όπως αυτή στοιχειοθετείται από συγκεκριμένες αναφορές σε περιοδικά και κριτικά σημειώματα της εποχής. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στη σχέση Καβάφη-Παλαμά, όπως αυτή διαμορφώνεται από αναφορές του ενός λογοτέχνη στον άλλο και από συναφή κείμενα των θαυμαστών τους. Στο πλαίσιο αυτό, θα αξιοποιηθούν τεκμήρια που σώζονται στο αρχείο Καβάφη, όπως και άρθρα εφημερίδων και περιοδικών σε άλλα αρχεία (Εφημερίδες της Βουλής, Κοσμόπολις κ.ά.), προκειμένου να συμπληρωθεί η εικόνα της καβαφικής κριτικής της περιόδου.
Στη συνέχεια, θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην επικοινωνία του Καβάφη με λογοτέχνες και κριτικούς της Αθήνας, όπως με τους Γρηγόριο Ξενόπουλο, Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, Μιλτιάδη Μαλακάση κ.ά. Μέσα από ετερογενή τεκμήρια του αρχείου, θα επιχειρηθεί η ανασύσταση των καλλιτεχνικών δικτύων με τα οποία αλληλεπιδρά ο ποιητής και χάρη στα οποία προωθείται και κυκλοφορεί το έργο του στον ελλαδικό χώρο. Στο ίδιο πλαίσιο, θα αναζητήσουμε στο αρχείο τεκμήρια σχετικά με τις πρακτικές προώθησης του καβαφικού έργου στο ελληνικό κοινό, όπως αυτές διαφαίνονται στην αλληλογραφία του ποιητή με το ζεύγος Αλέκου και Ρίκας Σεγκοπούλου και με τον Μάριο Βαϊάνο.
Τέλος, θα παρατηρήσουμε τους τρόπους με τους οποίους η καβαφική ποίηση μεταπλάθεται μέσω της μελοποίησης, της παρωδίας και της μίμησης. Διατρέχοντας παρωδιακές και μουσικές μεταπλάσεις του καβαφικού έργου, ανιχνεύουμε τις πολλαπλές πολιτισμικές τύχες του και παρατηρούμε τις διαφορετικές μορφές οικειοποίησής του από συγγραφείς και καλλιτέχνες.
Ενότητα 1: Η κριτική του καβαφικού έργου στην Ελλάδα
Το θεωρούμενο ως πρωιμότερο κριτικό σχόλιο για την καβαφική ποίηση στην Ελλάδα αφορά το ποίημα «Κτίσται». Το κείμενο αποδίδεται στον ποιητή Ιωάννη Πολέμη και δημοσιεύεται το 1891, στο περιοδικό Αττικόν Μουσείον. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποίημα «Κτίσται» δημοσιεύτηκε στο επόμενο τεύχος του περιοδικού και αποτελούσε την τρίτη, χρονολογικά, ποιητική δημοσίευση του Καβάφη.1
Παρότι ήδη το 1903 ο Γρηγόριος Ξενόπουλος δημοσίευσε στο περιοδικό Παναθήναια το ιστορικό άρθρο του «Ένας ποιητής», παρουσιάζοντας με εγκωμιαστικά λόγια τον Καβάφη στο αθηναϊκό κοινό, η ουσιαστική ενασχόληση της αθηναϊκής κριτικής με τον Καβάφη ξεκινάει γύρω στο 1920. Όπως σημειώνει ο Χαράλαμπος Καράογλου, «[…] ουσιαστικά δηλαδή για πολλά χρόνια και ύστερα από το άρθρο του Ξενόπουλου στα 1903, ο “λογοτεχνικός κόσμος της Αθήνας εξακολουθούσε πάντα να αγνοεί το έργο του Αλεξανδρινού λογίου, ή να το αντικρίζει με πολλή περιφρόνηση και με περισσότερη ακόμα χλευαστική διάθεση”. Στο διάστημα 1903-1917, οι αναφορές των αθηναίων λογίων στον Καβάφη είναι ελάχιστες (μόλις 19) και, πολύ περισσότερο, δεν έχουν τον χαρακτήρα της ουσιαστικής κριτικής αλλά της σύντομης γνώμης (με εξαιρέσεις τις κριτικές του Ξενόπουλου, 1903, και της Γαλάτειας Καζαντζάκη, 1910)».2
Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων: στον τρόπο κυκλοφορίας των ποιημάτων του Καβάφη, αλλά και στην ιδιόρρυθμη ποιητική του γραφή, η οποία αποκλίνει σημαντικά από το ποιητικό παράδειγμα που δεσπόζει την ίδια εποχή στον ελλαδικό χώρο. Κατά την περίοδο 1918-24, όποτε και αρχίζει να συζητιέται το φαινόμενο «Καβάφης» στους αθηναϊκούς κύκλους, οι κριτικοί χωρίζονται σε αρνητές - επικριτές και υποστηρικτές, με τις θετικές κρίσεις, πάντως, να υπερτερούν.3
Για το ίδιο διάστημα, ο Μ. Χ. Γεωργίου [Πάνος Μουλλάς] σημειώνει τα εξής: «[…] μετά το 1921 το αντικαβαφικό στρατόπεδο ενισχύεται σημαντικά. Μερικοί από τους σπουδαιότερους ανθρώπους των γραμμάτων μας, εκνευρισμένοι από τον επίμονο θόρυβο γύρω στον Καβάφη και τις υστερικές φωνασκίες των θαυμαστών του, αναγκάζονται να πάρουν θέση στο δημοψήφισμα. Στην εφημερίδα Πολιτεία του 1923 ένα τρομερό άρθρο του Φώτου Πολίτη εγκαινιάζει τη νέα περίοδο του καβαφικού διασυρμού· λίγες μέρες έρχονταν σαν αντίλαλος από το Μομπελλιέ η πρώτη αρνητική κριτική του καθηγητή Louis Roussel. Έτσι, είκοσι ακριβώς χρόνια μετά το άρθρο του Ξενόπουλου, η άρνηση εμφανίζονταν πανίσχυρη και σφριγηλή».4
Το αρχείο Καβάφη προσφέρει μια αρκετά ολοκληρωμένη εικόνα της κριτικής που δέχεται το καβαφικό έργο, όσο ο ποιητής βρίσκεται εν ζωή. Ορισμένες από αυτές τις κριτικές σώζονται σε αποκόμματα, ενώ κάποιες άλλες αναδύονται μέσα από σχετικές αναφορές στην αλληλογραφία του Καβάφη με τρίτους. Ειδικότερα, η αλληλογραφία του ποιητή αποτελεί έναν ασφαλή δείκτη για τη διερεύνηση της υποδοχής του αλλά και για τον εντοπισμό των σχέσεών του με διάφορους κριτικούς και συγγραφείς, όπως είναι για παράδειγμα ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, o Τέλλος Άγρας και η Άλκης Θρύλος [Ελένη Ουράνη].
1 Βλ. Δ. Δασκαλόπουλος, Βιβλιογραφία Κ. Π. Καβάφη (1886-2000), Θεσσαλονίκη 2003, Δ9, σ. 460.
2 Χ. Λ. Καράογλου, Η αθηναϊκή κριτική και ο Καβάφης (1918-1924), Θεσσαλονίκη 1985, σ. 19-20. Η φράση σε παρένθεση αποδίδεται στον Γιώργο Κατσίμπαλη και συγκεκριμένα στη Βιβλιογραφία Καβάφη που ο ίδιος συνέταξε. Πρβλ. Γ. Κ. Κατσίμπαλης, Βιβλιογραφία Κ. Π. Καβάφη, Αθήνα 1943, σ. 5-6.
3 Καράογλου, ό. π., σ. 25-26.
4 Μ. Χ. Γεωργίου [Παναγιώτης Μουλλάς], «Ο Καβάφης και η άρνηση: Σταθμοί της αντικαβαφικής κριτικής», στην Επιθεώρηση Τέχνης, τεύχος 108, Δεκέμβριος 1963, 656-657. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ: https://askiarchives.eu/infopubl/5049.0108/files/assets/basic-html/page-1.html#.
Προτάσεις για επιπλέον μελέτη
Βασιλειάδη Μάρθα, «Η μυθολογία του προλεταριακού έρωτα στον Λαπαθιώτη και τον Καβάφη», Πόρφυρας 132 (2008), 213-225.
Σε αυτό το άρθρο, η Μάρθα Βασιλειάδη εξετάζει εκλεκτικές συγγένειες στο ποιητικό έργο των Κ. Π. Καβάφη και Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Εκκινώντας από τη γνωριμία τους, το 1916 στην Αίγυπτο, και σκιαγραφώντας το κλίμα υποστήριξης που διαμορφώνεται έκτοτε ανάμεσά τους, η συγγραφέας εντοπίζει και σχολιάζει κοινά θεματικά μοτίβα, επιμένοντας στον τρόπο με τον οποίο οι δύο ποιητές αντιλαμβάνονται και αποδίδουν στο έργο τους την ομοφυλόφιλη ερωτική εμπειρία.
Δασκαλόπουλος Δημήτρης, Παρωδίες καβαφικών ποιημάτων 1917-1997, Πατάκης, Αθήνα 1998.
Ο Δασκαλόπουλος συγκεντρώνει 170 κείμενα της περιόδου 1917-1997, που παρωδούν μοτίβα της ποίησης του Αλεξανδρινού.
Δασκαλόπουλος Δημήτρης (πρόλογος-επιμέλεια), Ελληνικά Καβαφογενή Ποιήματα (1909-2001), Πανεπιστήμιο Πατρών, Πάτρα 2003.
Στην έκδοση αυτή, ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος συγκεντρώνει ένα πλήθος καβαφογενών ποιημάτων, που γράφτηκαν κατά την περίοδο 1909-2001. Πρόκειται για ποιήματα τα οποία συντέθηκαν με αφορμή το καβαφικό έργο ή παρουσιάζουν κάποια διακειμενική σχέση με την καβαφική ποίηση. Η εν λόγω ανθολογία περιλαμβάνει 188 καβαφογενή ποιήματα, η μελέτη των οποίων αναδεικνύει το εύρος της απήχησης του Καβάφη σε παλιότερους και νεότερους ομότεχνούς του.
Ζήρας Αλέξης, «Η “ανάδειξη” του Καβάφη από τον Ξενόπουλο και μερικά συμφραζόμενά της», Νέα Εστία 136 (1615) (15 Οκτωβρίου 1994), 1348-1352,
www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=165590&code=8168&zoom=800.
Στο εν λόγω άρθρο, ο Αλέξης Ζήρας επιχειρεί να διερευνήσει την ανάδειξη του Καβάφη από τον Ξενόπουλο, εστιάζοντας σε ορισμένα γεγονότα που πλαισιώνουν αυτή τη φιλολογική σχέση. Σύμφωνα με το κεντρικό επιχείρημα του Ζήρα, ο θαυμασμός του Ξενόπουλου για τον Καβάφη και η προώθηση του έργου του θα πρέπει οπωσδήποτε να συσχετιστoύν αφενός με τη χρήση της δημοτικής από μέρους του Καβάφη και αφετέρου με τις εν εξελίξει αντιπαραθέσεις μεταξύ αδιάλλακτων και μετριοπαθών δημοτικιστών, που λαμβάνουν χώρα κατά τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Παράλληλα, εξετάζονται οι διαφοροποιήσεις στα κείμενα του Ξενόπουλου για τον Καβάφη, κατά τα έτη 1903 («Ένας ποιητής», Παναθήναια, Νοέμβριος 1903) και 1925 («Για τον Καβάφη», Νέα Τέχνη, Μάρτιος-Ιούνιος 1925), όταν πλέον οι σχέσεις του Ξενόπουλου με το περιοδικό Παναθήναια έχουν διαταραχθεί.
Καράογλου Χαράλαμπος Λ., Η αθηναϊκή κριτική και ο Καβάφης (1918-1924), University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1985.
Το βιβλίο χαρτογραφεί την πρόσληψη του Καβάφη κατά τα έτη 1918-1924, σε μια περίοδο που πληθαίνουν τόσο οι πολέμιοι όσο και οι θαυμαστές του ποιητή. Με αναφορές σε συγκεκριμένους κριτικούς και έργα τους, ο Καράογλου παρακολουθεί την υποδοχή της αθηναϊκής κριτικής στον ποιητή.
Μεράκου Στεφανία, «Αλληλογραφία Δημήτρη Μητρόπουλου – Κωνσταντίνου Καβάφη», Μουσικός λόγος 1 (2) (2000), 143-152.
Μπορείτε να δείτε ένα μέρος του άρθρου εδώ: https://www.dimitrimitropoulos.gr/2010-04-11-08-14-38/2010-10-25-13-53-18.html.
Το άρθρο της Στεφανίας Μεράκου εστιάζει στην επικοινωνία μεταξύ Καβάφη-Μητρόπουλου και ανασυνθέτει το παρασκήνιο μελοποίησης του καβαφικού έργου από τον συνθέτη.
Ντουνιά Χριστίνα, «Από το καβαφικό αρχείο στο λογοτεχνικό πεδίο του Μεσοπολέμου», στο κανάλι του Ιδρύματος Ωνάση στο YouTube:
Στην ομιλία της Χριστίνας Ντουνιά εξετάζονται οι τρόποι με τους οποίους το αρχείο Καβάφη συνδέεται με αρχεία άλλων λογοτεχνών στον Μεσοπόλεμο. Μέσα από αφιερώσεις, επιστολές και άλλα κειμενικά τεκμήρια, στοιχειοθετείται η επικοινωνία του Καβάφη με άλλους λογοτέχνες και καλλιτέχνες, ενώ καθίσταται κατανοητή η σταδιακή καθιέρωση του Καβάφη στο αθηναϊκό κοινό.
Σαββίδης, Γ. Π., Κ. Π. Καβάφης και Γρ. Ξενόπουλος: Ανασύνθεση μιας λογοτεχνικής σχέσης (1901-1944), Ερμής, Αθήνα 1994.
O Γ. Π. Σαββίδης εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ Γρηγορίου Ξενόπουλου και Κ. Π. Καβάφη, εκκινώντας από την πρώτη συνάντησή τους και καταλήγοντας στη δεκαετία μετά τον θάνατο του Καβάφη, καλύπτοντας συνολικά την περίοδο 1901-1944. Στο πλαίσιο αυτό, μνημονεύεται και σχολιάζεται η αλληλογραφία των δύο ανδρών, η προσπάθεια προώθησης του Καβάφη στο ευρύ κοινό από πλευράς Ξενόπουλου και η πρόσληψη του Αλεξανδρινού στους αθηναϊκούς λογοτεχνικούς κύκλους.
Συντελεστές
Επιστημονικά Υπεύθυνος:
Τάκης Καγιαλής, Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας,
Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
Εκπόνηση Εκπαιδευτικού Υλικού:
Σοφία Ζησιμοπούλου, Φιλόλογος, Δρ., Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών
Αγγελική Μούσιου, Φιλόλογος, Βοηθός Ερευνητικού Έργου, Αρχείο Καβάφη
Γλωσσική Επιμέλεια:
Βασίλης Δουβίτσας
Συντονισμός:
Ελεάννα Σεμιτέλου, Συντονίστρια Εκπαιδευτικών Έργων, Ίδρυμα Ωνάση
Μαριάννα Χριστοφή, Συντονίστρια Επικοινωνίας και Δράσεων, Αρχείο Καβάφη